TO ΔΑΣΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

 



Κατασκηνωτής της ζωής από μικρός, βίωνε το θαύμα της καθημερινής ανακάλυψης. Αρνιόταν να συμβιβαστεί με τις νόρμες της ανθρώπινης φύσης. Ένοιωθε, από τότε που άρχισε να κατανοεί τον εαυτό του, ότι υπήρχε κάτι που διαφοροποιούσε τις κοινωνίες από τις αγέλες κι αυτό το κάτι δεν ήταν απαραίτητα προϊόν εξελικτικής, στο χρόνο, σοφίας.

Όλα άρχισαν για την επιβίωση, μα από ένα σημείο κι έπειτα η επιβίωση πήρε διαστάσεις τρομακτικές. Μεταφράστηκε σε αίγλη, ευκολία, καλοπέραση, βιασύνη, άκρατο καταναλωτισμό, καταστροφή της φύσης, απομάκρυνση από τα πολύτιμα δέοντα.

Μικρός εξερευνητής, τότε που έγραφε τα πρώτα κεφάλαια στην ιστορία της ζωής, που κοιτούσε με δέος εικόνες, μέρη, ανθρώπους, που δε φοβόταν το άγνωστο σφυρηλάτησε της αθωότητας τις αρχές με δάκρυα και ξεφωνητά χαράς στης καρδιάς τα κατάστιχα.

Σε ένα μέρος μικρό, παραδεισένιο, σε μια όαση έμψυχων όντων, σε μια διαδρομή διαπραγμάτευσης της πραγματικότητας μέσα από τα παιδικά ένστικτα, συνάντησε ζευγάρια μάτια να τον παρατηρούν εξερευνητικά.

Περπατώντας με τους οικογενειακούς ήρωες της παιδικής ψυχής στο πευκοδάσος του παράδεισου  ανακάλυψε απροσδόκητα ένα μικρό ξύλινο σπιτάκι... Τα μάτια του έλαμψαν, η καρδιά του χτυπούσε δυνατά, τα μάγουλα του κοκκίνισαν κι εντυπωσιασμένος άρχισε να φωνάζει «Ξύλα!! Ξύλα!!».
Ένα από τα γουρουνάκια ξεπήδησε από τις σελίδες του αγαπημένου του παραμυθιού, βρέθηκε στο δάσος του και τώρα εκείνος, ο μικρούλης, το γουρουνάκι- λυκάκι που συνεχώς ενάλλασσε ρόλους, στεκόταν μπροστά του.
Μπήκε δειλά μέσα παρέα με τα μικρά δεινοσαυράκια του. Προέτρεψε τη μαμά του να χτυπήσει την πόρτα, έπειτα να φυσήξει να ξεφυσήξει και το σπιτάκι του να ρίξει!
Μα τίποτα! Τότε βγήκε έξω κι άρχισε αυτός να φυσά. Όρθωνε το στήθος μπρος, τέντωνε τα χέρια πίσω και με δύναμη φυσούσε. Το σπιτάκι εκεί να επιμένει.
Τι παράξενο! 

Κι έτσι το γουρουνάκι-λυκάκι απέκτησε το δικό του ορμητήριο. Ένα καταφύγιο παιχνιδιού, ένα παρατηρητήριο γνώσης. Οι ήχοι της φύσης, τα μελωδικά τιτιβίσματα, το νανούρισμα του αέρα, η γαλήνη της φύσης και η αθωότητα της παιδικής ψυχής επέτρεψαν τις ματιές να ανταμώσουν ξεκινώντας έναν συνεχές διάλογο.
Δύο σκιουράκια μέσα στο ξύλινο σπιτάκι, μυρμήγκια, προβατάκια, αγελάδες, σκυλάκια φύλακες. Λίγο πιο κάτω, σε ένα κτήμα, ελαφάκια, μονόκεροι του παραμυθιού, κοτούλες, κόκορες, πάπιες, γατούλες ναζιάρες και δε συμμαζεύεται.
Από την κούνια είχε πλάι του μια μικρή, τρελή, τετράποδη, απαιτητική, χαζοβιόλα σκυλίτσα.. που όσο αυτός μεγάλωνε εκείνη μίκραινε στα μάτια του. Ο γίγαντας κι ο παπουτσωμένος άνευ υποδημάτων γάτος. Σύντροφος στις σκανταλιές και τις ανακαλύψεις. Αγάπη αναλλοίωτη στου χρόνου το διάβα. Ένα γάβγισμα χαράς, ένα χάδι, ένα βλέμμα. Της ψυχής αγκάλιασμα τρυφερό.

Μεγαλώνοντας στις καλοκαιρινές διακοπές συνάντησε γλάρους, δελφίνια, καβουράκια αδέξια και άτακτα πλασματάκια του βυθού. Πάντα του προκαλούσαν δέος μεγαλύτερο από τις ανθρώπινες συναναστροφές. Οι τελευταίες έχαναν ξαφνικά το μυστήριο της πρώτης γνωριμίας και αναλώνονταν σε αντιπαραθέσεις που ξεπερνούσαν εντέλει την εφημερότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Αιώνιο παιδί. Αιώνιος έφηβος. Ονόμασε το δάσος εκείνο, δάσος των συναισθημάτων. Έγινε λύκος για να προστατεύσει τις αδύναμες υπάρξεις. Έγινε γουρουνάκι για να διαφυλάξει τις αξίες της συμβίωσης. Έγινε αετός για να πετά ελεύθερος και να διακηρύσσει πως η ελευθερία είναι προνόμιο και υποχρέωση, συνάμα, διαφύλαξης της πηγής της.

Ταξίδεψε σε μέρη μακρινά, γνώρισε ανθρώπους περιπλανώμενος σε αναλυτικά προγράμματα συνεδρίων, σε μουσεία μνημείων τέχνης, σε απόκρημνες πλαγιές, σε γόνιμα οροπέδια και αχαλίνωτες παραλίες.

Κατασκηνωτής της φύσης, κατασκηνωτής συνειδήσεων.

Κι αν βρεθείς ποτέ στης συντροφιάς του τον κύκλο, θα σου πει αυτό μονάχα κοιτώντας με τα μεγάλα μάτια του της φωτιάς τις σπίθες.
«Μικρό το πέρασμά μας από τον πλανήτη τούτο.
Κάθε ανάσα ένα βήμα προς το προδιαγραμμένο τέλος.
Σημασία δεν έχουν όσα τα μάτια θωρούν, αν στην εικόνα προσκολλάται κάνεις.
Η ομορφιά βρίσκεται γύρω μας, στα πλάσματα με τα οποία αιώνες μοιραζόμαστε της Γης τα μυστήρια. Με μια πιο προσεκτική ματιά θα δείτε τη σοφία στα μάτια της κουκουβάγιας, την αγάπη στο ξέφρενο πέρα δώθε της ουράς του σκύλου σας, την ελευθερία στο πέταγμα των πουλιών, την υπομονή στην προσπάθεια των μυρμηγκιών, τη μελαγχολία στο τραγούδι του τζίτζικα.
Όλα τα συναισθήματα, όλοι οι άγραφοι κανόνες, η ουσία της ζωής σχηματισμένη με τις εκφάνσεις της ίδιας της ζωής στον καμβά του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος.
Δεν είμαι φιλόσοφος. Αλλά φίλοι μου, αυτή είναι η ζωή.
Είναι εδώ. Είναι ένα θαύμα. Κι αν λεγόμαστε άνθρωποι, ζώα είμαστε.
Κι αν κηρύττουμε τους εαυτούς μας ανώτερα όντα γελιόμαστε. Ανώτερος είναι εκείνος που αποδέχεται την κατωτερότητα του, αγκαλιάζει τη συνύπαρξη με του πλανήτη τις υπάρξεις αρνούμενος να εκμεταλλευτεί τη δύναμη της ηλιθιότητας που τον αναγορεύει σε βασιλιά του ζωικού βασιλείου.
Αγάπη, λοιπόν. Συντροφικότητα άνευ όρων με της ψυχής τα σήματα σμιλευμένη».






 

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το χέρι να σου κρατώ